Μια ιστορία για την Ελλάδα που είναι μόνο η Αθήνα, όσα χρόνια κι αν περάσουν, όσοι αιώνες κι αν αλλάξουν.

 


Μια ιστορία για την Ελλάδα που είναι μόνο η Αθήνα, όσα χρόνια κι αν περάσουν, όσοι αιώνες κι αν αλλάξουν. Για τη χώρα που αδιαφορεί και πιστεύει ότι είναι σύγχρονο σταυροδρόμι ανάπτυξης, χωρίς να έχει επιλύσει τα βασικά...

Η Μυρτώ σπουδάζει στο Αργοστόλι της Κεφαλλονιάς, στην άκρη της ελληνικής Δύσης. Δεν είχε ιδιαίτερη όρεξη να ταξιδέψει προς Κέρκυρα, στο σπίτι της, αφού ήξερε ότι ξεκινώντας με το μεσημεριανό ΚΤΕΛ θα έφτανε στην Πάτρα γύρω στις 5 το απόγευμα κι έπειτα θα έπρεπε να περιμένει το βραδυνό λεωφορείο των 11.30 μμ από Αθήνα (έχοντας ήδη την εμπειρία ότι δεν είναι ελβετικό στο χρόνο άφιξης του που συνήθως γίνεται 00.30 πμ), για να φτάσει στην Κέρκυρα στις 6.30 πμ της επόμενης μέρας. 17,5 ώρες ταξίδι εντός της ελληνικής επικράτειας! Από το ένα νησί των Επτανήσων στο άλλο!!! Η απόλυτη σχιζοφρένεια της περιφερειακής ...ενοποίησης, να την πω; ...ανάπτυξης να τη χαρακτηρίσω; Μάλλον κοροϊδία μέσα στα μούτρα μας είναι το σωστό.
Από την άλλη, να περάσει τις γιορτές του Πάσχα μόνη της, χωρίς τους συμφοιτητές της και μακριά από την οικογένεια της μετά από τα 2 τελευταία χρόνια του ανθρωποφάγου κορονοϊού, φάνταζε αποκαρδιωτικό. Χώρια που ένιωθε την ανάγκη να αλλάξει τη φοιτητική καθημερινότητα της στο ερημωμένο κι απόμερο επαρχιακο χωριονήσι των σπουδών της.
Η επιλογή της Λάρισας στο σπίτι της 86χρονης γιαγιάς της που της μήνυσε πως ήθελε να τη δει, γιατί δεν ξέρει εάν θα περάσει άλλο Πάσχα (sic), ήταν πολύ ωραία ιδέα για τις συνολικά 16 μέρες των διακοπών της. Όπερ και έπραξε, αφού εξετάστηκαν όλες οι δυνατότητες πρόσβασης προς το κέντρο της Θεσσαλίας, ακόμη και με τρένο που τόσο τής έχει λείψει.
Κι εκεί κανείς αντιλαμβάνεται ότι πράγματι η Ελλάδα είναι χωρισμένη ταξιδιωτικά στη μέση σε σχέση με το "αυλάκι": στους πάνω και στους κάτω. Άξονας πάντα η Αθήνα να καθορίζει τη φορά προς τους Βόρειους και προς τους Νότιους.
Έτσι η πολύ πρωινή αναχώρηση από Αργοστόλι (6.45 πμ) την οδήγησε στην Πάτρα μετά από ένα 5ωρο (παρά 15 λεπτά) ταξίδι και της χάρισε άλλη μια αναμονή 3,5 ωρών στην Αχαϊκή πρωτεύουσα πριν επιβιβαστεί εκ νέου στο λεωφορείο των 3 μμ προς Θεσσαλονίκη για να αποβιβαστεί στη Λάρισα, στο Πρακτορείο της (εκτός πόλεως) υπεραστικής γραμμής (2ο χλμ Ε.Ο. Λάρισας-Βόλου) μετά από άλλες 5 ώρες ταξίδι στην ίδια μέρα.
Βέβαια η άφιξη στην Λάρισα καθυστέρησε ένα επιπλέον μισάωρο, δηλαδή στις 8.30 το βράδυ. Και φυσικά, χρειάστηκε ταξί το οποίο κλήθηκε για να την παραλάβει και να φτάσει στο σπίτι της γιαγιάς λίγο πριν τις 9 μμ κι αφού είχε ξυπνήσει στις 5.30 τα χαράματα! Συνολικά 16 ώρες στο πόδι (μεταφορικά) και στους δρόμους (κυριολεκτικά)!
Και πέρασαν ωραία οι μέρες, κι αυτή καλά κι άλλοι ίσως καλύτερα, και φτάνει η ώρα της επιστροφής. Το λεωφορείο φτάνει στην ώρα του (10 πμ) με προγραμματιζόμενη άφιξη στην Πάτρα την 3 μμ. Ωραία! Επαρκής χρόνος για να πάρει το λεωφορείο προς Αργοστόλι (μέσω Πόρου) στις 3.45 μμ. Κι εδώ γελάμε, διότι οι διάφορες activités/διοργανώσεις που λαμβάνουν χώρα κατά την άνοιξη, όπως ο ποδηλατικός αγώνας που έκλεισε την Ε.Ο. στον Μπράλο την περασμένη Παρασκευή και ακινητοποίησε όλα τα οχήματα για περίπου 45 λεπτά, αποδείχτηκε επαρκής ως χρόνος για να χάσει το δρομολόγιο της, αφού έφτασε στην Πάτρα στις 4.15 μμ. Το επόμενο λεωφορείο –πάλι καλά!– αναχωρούσε στις 8 μμ, και ήταν μονόδρομος πλέον η αναμονή άλλων 3,5 ωρών στο "γυάλινο" κτήριο του Υπεραστικού Σταθμού.
Μπήκε στο φοιτητικό της διαμέρισμα στην 1 πμ, ξημερώματα της επόμενης (του ταξιδιού της) μέρας, μπαϊλντισμένη, αποθαρρυμένη, εκνευρισμένη, κουρασμένη. Και δεν υπήρχε καν ταξί στο ΚΤΕΛ Αργοστολίου εκείνη την ώρα που έφτασε μέσα στη μαύρη νύχτα. Και να στέκει μόνη και να σκέφτεται πως είτε θα κοιμηθεί στα παγκάκια του Σταθμού, είτε θα το κόψει ποδαράτη, με τις ανώστρατες της απότομης ανηφόρας να της προκαλούν απελπισία. Διότι το Αργοστόλι δεν είναι "φλατ", όπως η Κέρκυρα ή η Λάρισα! Συνολικά 13 ώρες η επιστροφή που φάνηκαν αιώνες, όχι μόνο γιατί ήταν περασμένα μεσάνυχτα αλλά και γιατί πάντα στην επιστροφή απουσιάζει η προσδοκία της καινούργιας διαδρομής.
Έζησα το ταξίδι της λεπτό προς λεπτό με την τεχνολογία της διαρκούς σύνδεσης, να της μιλώ για να αποδιώχνω τον εκνευρισμό των συνεχών αναμονών της, να επικοινωνώ με τα ΚΤΕΛ για τη νέα ώρα άφιξης, για την ενημέρωση της καθυστέρησης, για την κράτηση νέας θέσης στο επόμενο δρομολόγιο, για την εξεύρεση ταξί με αγωνία... περασμένα μεσάνυχτα και με καρδιοχτύπι, για να μπορέσει να φτάσει ασφαλής στο σπίτι της μια ταλαιπωρημένη νεαρή ύπαρξη που απεχθάνεται πλέον τη χώρα της πριν καλά-καλά τη γνωρίσει. Και που συνέχεια αναρωτιέται γιατί μια Σχολή με μοντέρνο αντικείμενο όπως η δική της (ψηφιακά μέσα και επικοινωνία), αντί να είναι μέσα σε μεγάλα και σύγχρονα μητροπολιτικά κέντρα, βρίσκεται θαμμένη στις παρυφές μιας δυσπρόσιτης περιφέρειας που "λειτουργεί" μόνο όσο και όταν το επιτρέπει η περίφημη "βαριά βιομηχανία": στο ρελαντί και με εποχικότητα.
Τι να της απαντήσω; Γι αυτό εξιστορώ τα ανιστόρητα. Γιατί, αν είναι μια φορά βαρετό να διαβάσει κανείς το παραπάνω λεπτομερές κατεβατό, πόσες φορές απελπιστικό, άραγε, να είναι εάν πρέπει να το ζήσει κιόλας; Γιατί το "σταυροδρόμι" πρέπει να γίνεται "σταύρωμα";

Post a Comment

Previous Post Next Post